ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η βασιλεία του Μίνωα

Ο Μίνωας με το χρυσό σκήπτρο, που, όπως πίστευαν, του είχε χαρίσει ο ίδιος ο Δίας, κατάφερε να ενώσει κάτω από τη δύναμή του τις εκατό και πάνω πολιτείες της Κρήτης και με κέντρο την Κνωσό να κυριαρχήσει μέσα και έξω από τη μεγαλόνησο, να κάνει στόλο τρανό, να διώξει από τις θάλασσες τους πειρατές, να περιορίσει βάρβαρους λαούς, να χτίσει πολιτείες καινούργιες πάνω στα νησιά και τις γύρω στεριές και να κυβερνήσει τους αναρίθμητους υπηκόους του με νόμους που ο Δίας του είχε διδάξει. Στον καιρό του οι πολιτείες μεγάλωσαν και ομόρφυναν, οι τέχνες αναπτύχθηκαν και οι άνθρωποι έζησαν ειρηνικά, με πλούτο και με σιγουριά. Χιλιάδες χρόνια οι λαοί κράτησαν στη μνήμη τους τη θύμηση του Μίνωα με τη σιδερένια θέληση και τη σκληρότητα της δύναμης μαζί με την αξεπέραστη δικαιοσύνη του, αυτή που τον αξίωσε ακόμα και στον Άδη σαν αρχιδικαστής, να βρίσκεται ψηλότερα από τον Ραδάμανθυ και τον Αιακό και να αποφασίζει για τους νεκρούς που κατεβαίνουν στον Κάτω Κόσμο από Ανατολή και Δύση.
Ελληνική Μυθολογία, τ. 3, σελ. 262

Ο μινωικός γίγαντας Τάλως

Αυτός ήταν άνθρωπος από χαλκό κι άλλοι λένε πως ήταν ταύρος, είχε μια φλέβα που απλωνόταν από τον αυχένα ως τους αστραγάλους. Στην άκρη της είχε ένα καρφί χάλκινο σφηνωμένο…
Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, Γ΄, 140

Η πλεονεκτική θέση του νησιού της Κρήτης

Το νησί φαίνεται ότι από τη φύση του κατέχει κατάλληλη θέση, για να κυριαρχεί στον ελληνικό χώρο. Γιατί ελέγχει όλη τη θάλασσα γύρω από την οποία είναι εγκατεστημένοι όλοι σχεδόν οι Έλληνες. Γιατί το ένα μέρος της βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την Πελοπόννησο και το άλλο πλησιάζει την Ασία με το χώρο γύρω από το Τριόπιο και τη Ρόδο. Γι’ αυτό το λόγο ο Μίνωας έγινε κυρίαρχος της θάλασσας και από τα νησιά άλλα τα κατέκτησε και σε άλλα εγκατέστησε αποίκους και στο τέλος, αφού εκστράτευσε εναντίον της Σικελίας, πέθανε εκεί κοντά στην Καμικό.
Αριστοτέλη, Πολιτικά, 1271 b, 32-40

Σκηνές από την καθημερινή ζωή στην πόλη

Οι κάτοικοι των πόλεων σηκώνονταν νωρίς και πήγαιναν στις δουλειές τους, περνώντας από πλακόστρωτα σοκάκια, με πεζοδρόμιο στο κέντρο, αλλά γενικά πολύ στενά. Θα πρέπει να ήταν σχετικά καθαρά, αν κρίνουμε από τους πολλούς πήλινους σωλήνες και τους υπονόμους που ανακάλυψαν στην Τύλισσο, την Κνωσό, τις Αρχάνες…
Τις ημέρες αγοράς πάνω στην ευρύχωρη πλατεία με τα 1.200 τετραγωνικά μέτρα… στα βορειοδυτικά του μεγάλου ναού των Μαλίων, οι άνθρωποι της πόλης και της υπαίθρου έρχονταν να διαπραγματευθούν τα προϊόντα της γης και του εργαστηρίου. Τα εμπορεύματα του εξωτερικού έφταναν απ’ το λιμάνι, από τη βορινή πύλη της πλατείας, και έφευγαν τα αγγεία, τα δέματα και οι σάκοι που προορίζονταν για φόρτωση στα μινωικά πλοία…
Κατόρθωσαν να αναστηλώσουν γύρω από την πλατεία μερικές κερκίδες. Μπορεί να γίνονταν εκεί θρησκευτικές - και γιατί όχι δικαστικές ή πολιτικές; - εκδηλώσεις… Οι αστοί παρακολουθούσαν, πάνω από τα πλατώματα που πλαισίωναν τα ιερά, τις πομπές για τον καινούργιο χρόνο, τις εποχιακές γιορτές…, τους αθλητικούς αγώνες, το πήδημα πάνω από τα κέρατα των ταύρων.
Έπαιρναν μέρος στους δημόσιους χορούς και τις θυσίες…, πήγαιναν να ζητήσουν στα μικρά αστικά ιερά…καλό ταξίδι, καλές σοδιές, την υγεία των δικών τους. Σε στάση προσοχής, με το αριστερό χέρι κοντά στο πρόσωπο, έβλεπαν τους θύτες με τους μακρούς ανατολίτικους χιτώνες τους να κρατούν έναν ορειχάλκινο πέλεκυ και να σκοτώνουν τα θύματα της προσφοράς τους. Στο μεγάλο ιερό της Κνωσού γυμνόστηθες ιέρειες κράδαιναν φίδια που τυλίγονταν στα μπράτσα τους. Καμιά φορά, σε ιερές συγκεντρώσεις, έβαζαν στο σώμα και στο κεφάλι τους δέρματα ζώων και έκαναν παρέλαση χορεύοντας με τους ήχους της λύρας ή του σείστρου…
Πωλ Φωρ, Η καθημερινή ζωή στην Κρήτη τη μινωική εποχή, σελ. 244-245

Θησέας και Μινώταυρος

Ο γιος του Μίνωα Ανδρόγεως έρχεται στην Αθήνα και παίρνει μέρος στα Παναθήναια. Νικάει όλους τους ανταγωνιστές του και ο βασιλιάς Αιγέας τον στέλνει να σκοτώσει τον ταύρο του Μαραθώνα. Το φοβερό ζώο όμως πληγώνει θανάσιμα τον Ανδρόγεω. Ο Μίνωας θρηνεί τον χαμό του γιου του, και για να πάρει εκδίκηση πολιορκεί την πόλη της Αθήνας. Ταυτόχρονα ικετεύει τον Δία να τιμωρήσει τους εχθρούς του. Πανούκλα και πείνα αποδεκατίζουν τους Αθηναίους. Οι Αθηναίοι, απελπισμένοι, ζητούν τη βοήθεια του μαντείου των Δελφών και το μαντείο τους συμβουλεύει να δώσουν στον Μίνωα ό,τι τους ζητήσει, για να σταματήσει το κακό. Ο Μίνωας απαιτεί, κάθε χρόνο, να στέλνονται στην Κρήτη εφτά αγόρια και εφτά κορίτσια σαν τροφή στον Μινώταυρο. Ο Μινώταυρος ήταν ένα φοβερό τέρας με κεφάλι ταύρου και κορμί ανθρώπου που ζούσε κλεισμένος στο λαβύρινθο, που είχε χτίσει ο Δαίδαλος για λογαριασμό του Μίνωα.
Όταν, για τρίτη φορά, οι Κρήτες απεσταλμένοι φθάνουν στην Αθήνα για να πάρουν τους νέους και τις νέες, οι γονείς τους ζητούν από τον Θησέα, γιο του Αιγέα, να συνοδέψει τους νέους στην Κρήτη και να βάλει τέλος σ’ αυτή τη σκληρή θυσία. Ο Θησέας συγκινείται και ακολουθεί τους νέους στην Κρήτη. Όταν φτάνει εκεί, συναντά την Αριάδνη, κόρη του Μίνωα. Οι δύο νέοι ερωτεύονται και έτσι η Αριάδνη αποφασίζει να προδώσει τον πατέρα της και να βοηθήσει τον Θησέα. Η Αριάδνη δίνει στον Θησέα ένα κουβάρι από νήμα, που θα τον βοηθήσει να βγει από το λαβύρινθο, αν βέβαια κατορθώσει να σκοτώσει τον Μινώταυρο. Ο Θησέας κατορθώνει να μπει στον λαβύρινθο, να σκοτώσει τον Μινώταυρο και να ξαναβγεί στο φως. Μετά από αυτό, ο Θησέας ετοιμάζεται να επιστρέψει στην Αθήνα. Η Αριάδνη τον ακολουθεί. Σε λίγες μέρες ο Θησέας με το καράβι του προσορμίζεται στο λιμάνι της Νάξου. Εγκαταλείπει εκεί την Αριάδνη που αργότερα γίνεται γυναίκα του θεού Διονύσου.
Ο Θησέας επιστρέφει στην Αθήνα, όπου γίνεται δεκτός με χαρά και ενθουσιασμό γιατί είχε κατορθώσει να λυτρώσει τους Αθηναίους από έναν τόσο βαρύ φόρο αίματος.
Ελληνική Μυθολογία, P. Decharme, τόμος 3ος, σελ. 138-139 (Διασκευή)


Ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος

Ο Δαίδαλος ήταν ονομαστός τεχνίτης της μυθολογίας, στον οποίο αποδίδονται όλα τα έργα αρχιτεκτονικής και γλυπτικής των μυθικών χρόνων… Με το εφευρετικό μυαλό του επινόησε τους ιστούς και τις κεραίες των πλοίων, το τσεκούρι, το τρυπάνι και πολλά άλλα εργαλεία… Ο Δαίδαλος ζούσε κι εργαζόταν στην Αθήνα, μα ζηλεύοντας τον ανεψιό και μαθητή του Κάλω για τη δεξιοτεχνία και την ευφυΐα του, τον γκρέμισε από την Ακρόπολη και τον σκότωσε. Τότε ο Άρειος Πάγος, το μεγαλύτερο δικαστήριο, τον καταδίκασε σε εξορία κι ο Δαίδαλος κατέφυγε στον Μίνωα, το βασιλιά της Κρήτης. Εκεί ο βασιλιάς του ανέθεσε πολλά και μεγάλα έργα, όπως ήταν ο Λαβύρινθος… Αργότερα ο Μίνωας θύμωσε, γιατί ο Δαίδαλος παρέδωσε στην κόρη τού βασιλιά Αριάδνη το κουβάρι, με το οποίο ο Θησέας, εξάδελφος του Δαίδαλου, κατάφερε να βγει από το Λαβύρινθο, αφού σκότωσε τον Μινώταυρο. Γι’ αυτό τον έκλεισε μαζί με το γιο του Ίκαρο στο Λαβύρινθο. Στη φυλακή ο πατέρας με το γιο κατασκεύασαν δυο ζευγάρια φτερά, που τα κόλλησαν με κερί και, όταν η Πασιφάη τους έβγαλε κρυφά απ’ τη φυλακή, αυτοί πέταξαν μακριά απ’ την Κρήτη. Ο Ίκαρος όμως, μην ακούγοντας τις συμβουλές του πατέρα του πετούσε ψηλά κι ο ήλιος έλιωσε το κερί, με το οποίο ήταν κολλημένες οι φτερούγες. Έτσι έπεσε στο πέλαγος, που ονομάστηκε Ικάριο (κοντά στη νήσο Ικαρία). Ο Δαίδαλος απαρηγόρητος συνέχισε το πέταγμα κι’ έφτασε στη Σικελία… Ο Δαίδαλος έφτιαξε πολλά έργα στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στην Κρήτη, στη Σικελία, στην Ιταλία, στην Αίγυπτο, όπου, καθώς λένε, πέθανε κι ενταφιάσθηκε.
Από το Θησαυρό Γνώσεων, Χ. Μηχιώτη


Η αιώνια κρητική άνοιξη

Καθώς και τώρα, στης πανάρχαιας Κνωσός τα χώματα,
εδώ και πόσες χιλιάδες χρόνια!
Έτσι αγαπούσανε τα Μαγιάπριλα,
γυναίκες, άντρες, ρόδα κι αηδόνια.
Καθώς και τώρα, έτσι κ’ οι τέχνες κ’ οι νόμοι ανθίζανε,
στο νου η σοφία, στο θρόνο ο Μίνως.
Καθώς και τώρα, τεχνίτη, κρίνο στην πέτρα σκάλισες.
Όλα περάσαν, έμεινε ο κρίνος.
Κ. Παλαμά, Η ασάλευτη ζωή: Εκατό φωνές, 70

Ο Μίνωας κατακτά την Κέα

Ο Μίνωας ο πολεμόχαρος
Έπλευσε με πενήντα γρήγορα και ωραία πλοία
Ενάντια στην Κέα και εκεί νίκησε
Την ωραιομαλλούσα νύφη Δεξιθέα,
Τη βασίλισσα του νησιού. Όμως την ερωτεύθηκε
Και απόκτησε μαζί της ένα γιο, τον Ευξάντιο
Που τον έκανε άρχοντα του νησιού.
Βακχυλίδη, Επινίκια, Ωδή, 1


Ο Μίνωας ως κριτής στον Άδη

Το Μίνω τότε γνώρισα, γιο ξακουστό του Δία,
σκήπτρο στο χέρι να κρατά και του νεκρούς να κρίνει,
κι εκείνοι γύρω στον κριτή το δίκιο τους ζητούσαν,
άλλοι όρθιοι κι άλλοι καθιστοί μες στον πλατύπυλο Άδη.
Ομήρου, Οδύσσεια, λ, 574-577, μτφ. Ζ. Σιδέρη