Από
τη νεολιθική εποχή ο άνθρωπος χρησιμοποίησε το χρυσό γιατί ήταν μαλακός
και εύπλαστος και κατάλληλος για την κατασκευή αγαλματιδίων, κοσμημάτων
και νομισμάτων. Θεωρείται ευγενές μέταλλο διότι δεν προσβάλλεται από τα
οξέα. Οι Αιγύπτιοι και οι Φοίνικες γνώριζαν πολύ καλά τον καθαρισμό του
και την επεξεργασία του. Ο χρυσός είναι αρκετά διαδεδομένος στη φύση.
Βρίσκεται με μορφή φλεβών μέσα σε πετρώματα αλλά και σε άμμους με μορφή
ψηγμάτων που έχουν απελευθερωθεί από τα χρυσοφόρα πετρώματα. Έτσι, τα
κοιτάσματα του χρυσού διακρίνονται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Τα πρωτογενή
εμφανίζονται μέσα στα πετρώματα και συνυπάρχουν συνήθως με σιδηροπυρίτη
και χαλκοπυρίτη. Τα δευτερογενή προέρχονται από την αποσάθρωση των χρυσοφόρων
πετρωμάτων και βρίσκονται στις κοίτες των ποταμών.
Το
μεσαίωνα, το σπάνιο του μετάλλου οδήγησε τους αλχημιστές να προσπαθούν
να μετατρέψουν όλα τα μέταλλα σε χρυσό. Η αναζήτηση του χρυσού, το 15ο
αιώνα, από τους Γενοβέζους και του Πορτογάλους, είναι ένας από τους βασικούς
λόγους της ανακάλυψης της Αφρικανικής Γουϊνέας και αργότερα της Αμερικής.
Οι θησαυροί των αυτοχθόνων πολιτισμών της Αμερικής δεν ήταν αρκετοί για
να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των χρυσοθήρων που άρχισαν να αναζητούν
το Ελντοράντο. Ελντοράντο, που στα ισπανικά σημαίνει χρυσωμένος, ήταν
ο μυθικός ηγεμόνας μιας ινδιάνικης πόλης, κοντά στην Μπογκοτά, στη Νότιο
Αμερική. Λέγεται ότι ο Ελντοράντο σκέπαζε το σώμα του με χρυσόσκονη κατά
τη διάρκεια τελετών και μετά βυθιζόταν σε μία λίμνη για να ξεπλυθεί. Η
αναζήτηση του χρυσωμένου βασιλιά από τους Ισπανούς χρυσοθήρες οδήγησε
στην Ισπανική κυριαρχία της νότιας και κεντρικής Αμερικής. Ο μύθος του
Ελντοράντο ξαναβγήκε στην επιφάνεια με την ανακάλυψη των χρυσοφόρων κοιτασμάτων
της Καλιφόρνιας και προκάλεσε το λεγόμενο "πυρετό του χρυσού".
Για περισσότερο από τριάντα χρόνια, περί το 1850, χιλιάδες χρυσοθήρες
εγκατέλειπαν τα πάντα και κατευθύνονταν στην Καλιφόρνια με κάθε μέσο.
|