Η
λέξη "άλας" (αλάτι) προέρχεται από την αρχαία ελληνική
λέξη"αλς" που σημαίνει θάλασσα.
Το αλάτι στα λατινικά λέγεται "sal", που είναι μια
παραφθορά του "αλς". Από τη λατινική λέξη προέρχεται
και η αγγλική λέξη "salt" για το αλάτι.
Το αλάτι ήταν πολύτιμο σε όλους τους ιστορικούς χρόνους. Μάλιστα οι στρατιώτες
της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πληρώνονταν πολλές φορές με μαγειρικό αλάτι.
Αυτός ο μισθός σε είδος λεγόταν"salarius" λέξη από
την οποία προέκυψε και η αγγλική λέξη "salary" για
το μισθό.
|